Ο Θαυμαστός Βίος της Παναγίας

Ἀπολυτίκιο Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἦχος α΄.

Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς Ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Εισαγωγή – Σπάνιες πληροφορίες

Όταν αποφασίζει κάποιος να αναφερθεί στην Παναγία, στον Άνθρωπο που Γέννησε τον Ίδιο τον Θεό, αισθάνεται την ανάγκη να ομολογήσει πως όποιες λέξεις και αν αναζητήσει, δεν είναι δυνατό να καταφέρει να περιγράψει επαρκώς την Αγιότητα και την Ευλογία αυτού του Προσώπου. Αυτό άλλωστε δεν είναι μόνο ανθρώπινη αδυναμία, αλλά και Αγγελική, αφού ούτε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ κατάφερε να Την περιγράψει κατά τη Στιγμή του Ευαγγελισμού, γι’αυτό και αρκέστηκε να Την εγκωμιάσει έτσι μόνο, όπως ακριβώς τον Πρόσταξε ο Θεός: Να την πει δηλαδή, Κεχαριτωμένη (γεμάτη από τη Χάρη του Θεού, γεμάτη από τα Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος)! Ο χαρακτηρισμός δε αυτός, είναι απόλυτα ενδεικτικός για το ποια είναι η Παναγία.

Όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο αείμνηστος Ιεροκήρυκας Νικόλαος Σωτηρόπουλος, η Παναγία είναι η Μοναδική Περίπτωση ανθρώπου στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους, που κατάφερε να αποκτήσει τόσο στενή και Ιερή Σχέση με τον Θεό, να γίνει δηλαδή αρχικά Κόρη Του, στη συνέχεια Γυναίκα Του και στο τέλος Μητέρα Του!

Και όταν ο Μέγας Βασίλειος, θέλησε με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος να αναφερθεί στην Παναγία, με αφορμή τη μετά θάνατον Μετάστασή Της στους Ουρανούς, είπε πως αυτό συνέβη διότι «δεν ήταν δυνατόν να γνωρίσει φθορά το Σώμα Εκείνης, η Οποία έγινε η αιτία για να Δημιουργήσει ο Θεός τον κόσμο»! Ως Παντογνώστης ο Τριαδικός Θεός, προγνώριζε την Ασύλληπτη για εμάς Αγιοσύνη που η Θεοτόκος θα αποκτούσε στη ζωή Της, και θεώρησε το Γεγονός αυτό άξια και ικανή αιτία για να Δημιουργήσει τον κόσμο.

Η Παναγία γεννήθηκε μεν με το προπατορικό αμάρτημα, χωρίς όμως να έχει προσωπική ενοχή για αυτό, αφού όπως μας διδάσκει ο Άγιος Νεκτάριος, «η προσωπική ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος, αρχίζει όταν το άτομο διαπράξει προσωπική αμαρτία», κάτι που ποτέ δεν συνέβη από την Θεοτόκο. Διότι αν και είχε όλες τις συνέπειες της φθοράς και του θανάτου στο σώμα Της, σε προσωπικό όμως επίπεδο, με τον πνευματικό Της αγώνα, είχε την αναμαρτησία, αφού σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρες, ούτε με τον λογισμό δεν είχε υποπέσει σε αμαρτία. Όπως μας βεβαιώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, κάνοντας μία συνθετική Θεολογία με βάση όλους τους προγενέστερους Αγίους Πατέρες, «η Θεοτόκος δεν είχε κανένα προαιρετικό αμάρτημα, ούτε μικρό, ούτε θανάσιμο, ούτε καν αμάρτημα από προσβολή πονηρού λογισμού».

Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, τρία χρόνια μετά που γνώρισε και πίστεψε στον Τριαδικό Θεό, αφού έμαθε ότι η Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ζει στα Ιεροσόλυμα, λαχτάρισε να τη δει. Πήγε λοιπόν στα Ιεροσόλυμα και τον οδήγησαν στο σπίτι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, όπου ζούσε η Υπεραγία Θεοτόκος μετά τη Σταύρωση του Κυρίου.

Γράφει σχετικά με την επίσκεψη αυτή σε μία επιστολή του προς τον Απόστολο Παύλο:

«Δεν πίστευα, το ομολογώ ενώπιον του Κυρίου, ότι εκτός από τον Ύψιστο Θεό ήταν δυνατό να υπάρχει οποιοδήποτε πρόσωπο, που να είναι γεμάτο από τόση Θεία Δύναμη και Θεία Χάρη.

Όμως, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί αυτό που είδα και κατάλαβα, όχι μόνο με τα ψυχικά μου μάτια αλλά και με τα σωματικά.

Είδα λοιπόν, με τα μάτια μου, τη Θεόμορφη και Αγιότερη απ’όλα τα Ουράνια Πνεύματα Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Ήταν ένα Δώρο της Χάριτος του Θεού. Γιατί κανένας νους δεν μπορεί να φανταστεί για άνθρωπο Δοξασμένο από τον Θεό, Δόξα ανώτερη από τη Δόξα εκείνη που αξιώθηκα να γευθώ από Εκείνη. Βεβαιώνω μπροστά στον Θεό πως, αν δεν γνώριζα τον Μόνο Αληθινό Θεό (την Αγία Τριάδα), θα είχα θεωρήσει την Παρθένο Θεό και θα την είχα προσκυνήσει έτσι όπως προσκυνούμε τον Μόνο Αληθινό Θεό». Αυτά ήταν τα λόγια που χρησιμοποίησε ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης για να περιγράψει την Θεοτόκο.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, μας πληροφορεί πως η Παναγία μας κατά τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και το ήθος του σώματός Της, ήταν σεμνή και σεβάσμια σε όλα.

Λιγομίλητη, γρήγορη στο να υπακούει και ευγενική, τιμούσε όλους τους ανθρώπους. Ήταν μετρίου αναστήματος, δεν παρουσιαζόταν σε κάθε άνθρωπο, ήταν μακριά από γέλια και έξω από κάθε ταραχή και θυμό. Το χρώμα του Θεοδόχου Της σώματος ήταν όμοιο με το χρώμα του σιταριού. Είχε ξανθά μαλλιά, οφθαλμούς πολύ ωραίους, χρωματισμένους με Θεία Σεμνότητα, κόρες όμοιες με την ελιά, φρύδια μαύρα κυκλικώς σχηματισμένα, μύτη ομαλή και ευθεία. Τα πανάμωμα χείλη Της ήταν ανθηρά, λάμποντας γεμάτα από τη γλυκύτητα των λόγων Της. Είχε το Ιεροπρεπές Πρόσωπό Της λίγο μακρύ, τα Θεοδόχα χέρια Της μακριά, και τα δάκτυλα των χεριών Της λεπτά και μακριά.

Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, ο οποίος είχε την Ευλογία όταν ζούσε στον κόσμο αυτό να δει την Υπεραγία Θεοτόκο, αναφέρθηκε κάποτε στο ποια Εικόνα Της την απεικονίζει ακριβέστερα, λέγοντας: «H Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα».

Να επισημάνουμε επίσης, πως η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Μόνη Γυναίκα στην ιστορία της ανθρωπότητας, για την Οποία πολλές είναι οι Προφητείες και οι Προεικονίσεις από την προ Χριστού εποχή, αιώνες προτού Εκείνη γεννηθεί, που σώζονται στην Παλαιά Διαθήκη!

Μία να αναφέρουμε χαρακτηριστικά, την Προφητεία του Ιεζεκιήλ στο 44ο Κεφάλαιο του Βιβλίου του στην Παλαιά Διαθήκη, που αναφέρει για την «κλειστή Πύλη που Βλέπει στην Ανατολή» τα εξής:

«Ο Κύριος μου είπε· “αυτή η πύλη θα είναι κλειστή, δεν θα ανοιχθή και κανείς δεν θα περάση δια μέσου αυτής, διότι ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισέλθη δι’αυτής και θα μείνη και πάλι κλεισμένη”»! Εδώ ο Προφήτης προτυπώνει την Παρθενική μήτρα, από την Οποία θα διέλθει μόνον ο Χριστός και έκτοτε θα παραμείνει για πάντα κλεισμένη, γίνεται δηλαδή λόγος για την παντοτινή Παρθενία της Παναγίας, η Οποία σύμφωνα με τη Διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, υπήρξε Παρθένος «προ της Γεννήσεως του Χριστού μας, κατά την Γέννηση Αυτού, αλλά και μετά από Αυτή». Όπως παρατηρεί ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «Αυτός που Γεννήθηκε από την Παναγία, φύλαξε την Παρθενία Της άτρωτη. Μόνο Αυτός διήλθε δι’Αυτής, παραμένοντας όμως Εκείνη και πάλι Παρθένος».

Η Γέννηση

Αρκετοί Θεολόγοι και ιστορικοί, έχουν ερευνήσει και συμφωνήσει στο συμπέρασμα πως, εξαιτίας ενός λάθους του ημερολογίου, η χρονιά της Γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έχει τοποθετηθεί έξι χρόνια αργότερα από εκεί που θα έπρεπε. Αυτό σημαίνει πως ο Κύριος Γεννήθηκε το 6 π.Χ.

Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την πληροφορία, η Παρθένος Μαρία (που το Όνομά Της στα Εβραϊκά είναι Μαριάμ και σημαίνει «Κυρία, Βασίλισσα»), γεννήθηκε το 22 π.Χ. στη Ναζαρέτ, μία μικρή πόλη της Παλαιστίνης, η οποία την εποχή εκείνη ήταν μία από τις πιο κακόφημες περιοχές του Ισραήλ. Οι γονείς Της, ο Άγιος Ιωακείμ (του οποίου το όνομα σημαίνει «Προετοιμασία Κυρίου») και η Αγία Άννα (της οποίας το όνομα σημαίνει «Χάρις»), ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι, ζούσαν τη ζωή τους τηρώντας τις Εντολές του Θεού και είχαν καταφέρει να φτάσουν σε τέτοια ύψη Αγιότητας, ώστε να ονομαστούν «δίκαιοι» (που σημαίνει πως η ζωή τους ήταν Θεάρεστη και με τις πράξεις τους ευαρέστησαν τον Θεό).

Όμως μέχρι τα βαθιά τους γεράματα δεν είχαν αποκτήσει παιδιά και αυτό τους στεναχωρούσε πολύ. Για την εποχή τους αποτελούσε ντροπή όταν σε ένα ανδρόγυνο δεν έδινε ο Θεός παιδιά, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να τους συμπεριφέρονται υποτιμητικά. Δεν σταμάτησαν όμως ποτέ να ελπίζουν και να προσεύχονται θερμά στον Θεό. Στην προσευχή τους πάντοτε επαναλάμβαναν το αίτημά τους, να τους χαρίσει ο Θεός ένα παιδί για να το αφιερώσουν σε Εκείνον για να Τον υπηρετήσει.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί, ότι όσες φορές συνευρέθησαν ο Άγιος Ιωακείμ και η Αγία Άννα, αυτό έγινε όχι από σαρκική επιθυμία αλλά μόνο για τον σκοπό της τεκνοποιίας. Κατά δε τη συνεύρεση εμφανίζονταν απαθείς (χωρίς τα πάθη που γεννούν οι πράξεις της φιληδονίας), ακολουθώντας έτσι με την όλη συμπεριφορά τους το Θείο Θέλημα.

Τελικά ο Θεός Εισάκουσε την προσευχή τους και Αποφάσισε να τους Χαρίσει ένα παιδί. Αυτό που συνέβη ήταν κάτι το συγκλονιστικό! Η στείρα Άννα στα βαθιά της γεράματα έμεινε έγκυος! Οι ευχαριστίες τους τώρα προς τον Θεό, έκαναν την προσευχή τους ακόμα πιο θερμή!

Η Άννα γέννησε μία μόνο θυγατέρα, τη Μαρία. Η γέννησή Της προξένησε μεγάλη εντύπωση στη Ναζαρέτ, καθώς όλοι θαύμαζαν το ακατανόητο αυτό Γεγονός!

Τα Εισόδια

Όταν η Παναγία έγινε τριών ετών, οι γονείς Της πήγαν και την παρέδωσαν στον Ναό των Ιεροσολύμων, αφιερώνοντάς τη στον Θεό και εκπληρώνοντας έτσι το τάμα που είχαν κάνει από πριν να γεννηθεί.

Και εδώ συνέβη ένα άλλο μεγάλο Θαύμα: Οι Ιερείς, πληροφορούμενοι Θαυματουργικά από τον Θεό, οδήγησαν τη μικρή Μαρία μέσα στα Άγια των Αγίων (το σημερινό Ιερό δηλαδή) του Ναού, Σημείο το οποίο επισκεπτόταν μόνο ο Αρχιερέας και μόνο μία φορά το χρόνο, κατά την Εορτή της Σκηνοπηγίας. Δεν επιτρεπόταν ποτέ και σε κανέναν άλλον να εισέλθει εκεί, στο Αγιότερο Σημείο του Ναού, στο οποίο εγκαταστάθηκε το Αγιότερο Κτίσμα του Θεού, η Παρθένος Μαρία, ανάμεσα στα πιο Αγιασμένα Αντικείμενα του λαού του Ισραήλ, που ήταν η Ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα, ένα χρυσό Θυμιατήριο, η χρυσή στάμνα με το μάννα, χώμα από την Ερυθρά Θάλασσα και η Κιβωτός της Διαθήκης, η οποία περιείχε τις Πλάκες με τις Δέκα Εντολές που παρέδωσε ο Θεός στον Μωϋσή.

Εκεί παρέμεινε η Παναγία μας για δώδεκα έτη, τρεφόμενη από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, παιδαγωγούμενη από Αγγέλους και συναναστρεφόμενη μαζί τους!

Η Μνηστεία

Και όταν έγινε δεκαπέντε ετών, οι Ιερείς αποφάσισαν πως δεν ήταν πλέον επιτρεπτό να μένει εκεί. Οι γονείς Της όμως είχαν πεθάνει και για τον λόγο αυτό, όπως μας πληροφορούν οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, «οι Ιερείς έβαλαν κλήρους (των οποίων το αποτέλεσμα εναπέθεταν στην Πρόνοια του Θεού), οι οποίοι περιείχαν ονόματα χήρων και αγάμων ανδρών από κάθε φυλή του Ισραήλ και αφορούσαν τις αφιερωμένες στο Ναό παρθένες. Κατά κλήρον λοιπόν, έλαβε ο Ιωσήφ (ο οποίος ήταν συγγενής Της) σε ηλικία άνω των εβδομήντα ετών, την Παρθένο Μαρία».

Ο Ιωσήφ ήταν χήρος και είχε παιδιά από προηγούμενο Γάμο, τα λεγόμενα «αδέλφια του Ιησού». Και λέγονταν «αδέλφια» επειδή κατά τον Μωσαϊκό Νόμο, από τη στιγμή που ο Ιωσήφ μνηστεύθηκε (αρραβωνιάστηκε δηλαδή) την Παναγία, θεωρείτο πατέρας του Ιησού, και επομένως, τα παιδιά του ήταν (κατά τον Νόμο) ετεροθαλή αδέλφια του Ιησού.

Επίσης, «αδέλφια του Ιησού» λέγονταν και τα (κατά τον Μωσαϊκό Νόμο) εξαδέλφια Του, δηλαδή τα παιδιά του Κλωπά (αδερφού του Ιωσήφ) και της συζύγου του Μαρίας. Αυτό συνέβαινε λόγω του ότι την εποχή εκείνη, αδελφός λεγόταν και ο εξάδελφος, αλλά και ο ανεψιός.

Τέλος, «αδέλφια» στην Αγία Γραφή, εκτός από την κυριολεκτική έννοια, ονομάζονται και οι μακρινότεροι συγγενείς (όχι δηλαδή μόνο τα παιδιά των ίδιων γονιών), όπως μας διδάσκουν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Άγιος Αυγουστίνος, με μια φωνή οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας.

Μνηστεύθηκε λοιπόν ο Ιωσήφ την Παναγία για να την προστατεύει και να τη συντηρεί, χωρίς όμως να έχουν ποτέ και καμία συνεύρεση μεταξύ τους, ούτε πριν αλλά ούτε και μετά τη Γέννηση του Χριστού, διότι Εκείνη μεν ήταν αφιερωμένη στον Θεό και ήθελε να παραμείνει άγαμη διατηρώντας την παρθενία Της (ήταν δηλαδή Μοναχή για τα σημερινά δεδομένα), ο δε Ιωσήφ «ήταν άνδρας δίκαιος» (όπως τον ονομάζει η Αγία Γραφή). Γι’ αυτό και στους Χαιρετισμούς Της, ο Ιερός Υμνωδός ψάλλει το «Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε», που σημαίνει «Χαίρε Εσύ που έγινες Νύμφη του Θεού, παρέμεινες όμως Ανύμφευτη για τους ανθρώπους χωρίς να γνωρίσεις άνδρα».

Παραλαμβάνει λοιπόν την Παναγία ο Ιωσήφ και την εγκαθιστά στο σπίτι του στη Ναζαρέτ. Να επισημάνουμε εδώ, πως το Γεγονός της Μνηστείας συνέβη και για δύο άλλους κυρίως λόγους.

Ο πρώτος, όπως μας εξηγεί ο Μέγας Βασίλειος, ήταν για να παραπλανηθεί ο διάβολος και να ξεφύγει η Παρθενία της Παναγίας από την προσοχή του. Επειδή ο διάβολος μισεί υπερβολικά τον άνθρωπο, και επειδή γνώριζε από την Προφητεία του Ησαΐα πως ο Σωτήρας του κόσμου θα Γεννηθεί από μία παρθένα, δεν ήθελε να υπάρχουν παρθένες γυναίκες στο Ισραήλ και αγωνιζόταν γι’αυτό, αγωνιζόταν έτσι ώστε όλες οι γυναίκες να έλθουν σε Γάμο, για να μην γεννηθεί ο Μεσσίας και καταστρέψει την εξουσία του. Και όταν η Παναγία μνηστεύθηκε, ξεγελάστηκε ο διάβολος από τον Θεό και πίστεψε ότι ούτε κι Αυτή επρόκειτο να παραμείνει πλέον παρθένος, διότι στην Παλαιά Διαθήκη η Μνηστεία ισοδυναμούσε με το Γάμο.

Για τον δεύτερο σοβαρό λόγο που συνέβη το Γεγονός της Μνηστείας, μας αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Από τη στιγμή που όπως είπαμε προηγουμένως, η Μνηστεία τότε ισοδυναμούσε με το Γάμο, η Μνηστεία της Παναγίας μας ήταν απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να μπορέσει να καλυφθεί η υπερφυσική Γέννηση του Χριστού, αφού εάν η Παναγία έμενε έγκυος και δεν υπήρχε κάποιος μνηστήρας, σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο θα έπρεπε να τη βγάλουν έξω από την πόλη και να τη σκοτώσουν δια λιθοβολισμού.

Ο Ευαγγελισμός

Τέσσερις μήνες μετά την εγκατάσταση της Παναγίας μας στο σπίτι του Ιωσήφ στη Ναζαρέτ, συνέβη το Γεγονός του Ευαγγελισμού Της.

Όπως μας Πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο Ιερό Ευαγγέλιό του, «όταν η Ελισάβετ ήταν έξι μηνών έγκυος στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο (η Ελισάβετ ήταν πρώτη εξαδέλφη της Παναγίας και ήταν στείρα), ο Θεός απέστειλε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ σε μια πόλη της Γαλιλαίας ονομαζόμενη Ναζαρέτ, προς μία παρθένο μνηστευμένη με άνδρα ονομαζόμενο Ιωσήφ, το δε όνομα της παρθένου ήταν Μαριάμ. Κι όταν ο Άγγελος παρουσιάστηκε σ’ αυτήν, είπε: “Χαίρε Κεχαριτωμένη, δηλαδή εσύ που είσαι γεμάτη από Χάρη, ο Κύριος είναι μαζί σου. Ευλογημένη είσαι εσύ περισσότερο από όλες τις γυναίκες”.

Αλλά Εκείνη, όταν άκουσε ταράχτηκε πολύ από τα λόγια του, και σκεπτόταν από πού άραγε προέρχεται και πού αποβλέπει ο Χαιρετισμός αυτός. Ο δε Άγγελος της είπε: “Μη φοβάσαι Μαριάμ, διότι βρήκες εύνοια από τον Θεό, και ιδού θα συλλάβεις και θα γεννήσεις Υιό, και θα τον ονομάσεις Ιησού. Αυτός θα είναι Μέγας και Υιός του Υψίστου θα ονομαστεί. Και θα του δώσει ο Θεός τον θρόνο του Δαβίδ του προγόνου Του, και θα Βασιλεύει παντοτινά, και της Βασιλείας Του δεν θα υπάρξει τέλος”. Είπε τότε η Μαριάμ προς τον Άγγελο: “Πώς αυτό θα συμβεί σε μένα, αφού δεν συνευρίσκομαι με άνδρα;”. Και ο Άγγελος της απάντησε: “Πνεύμα Άγιο θα έρθει επάνω σου, και Δύναμη του Υψίστου θα σε επισκιάσει. Γι’αυτό και το Άγιο Παιδί που θα γεννηθεί θα είναι Υιός του Θεού. Ιδού η Ελισάβετ η συγγενής σου, έχει συλλάβει και αυτή υιό στα γεράματά της. Και ιδού αυτή που την έλεγαν στείρα, τώρα είναι στον έκτο μήνα της. Διότι δεν είναι αδύνατο στον Θεό κανένα πράγμα”.

Και τότε η Παναγία μας είπε: “Ιδού είμαι η δούλη του Κυρίου, ας γίνει σε μένα σύμφωνα με το λόγο σου”. Και τη στιγμή εκείνη, έφυγε από αυτήν ο Άγγελος».

Χαρακτηριστικό εδώ είναι πως ο Αρχάγγελος Γαβριήλ περίμενε μέχρι να μιλήσει η Παναγία, μέχρι να δεχθεί τα λόγια του, και μετά έφυγε. Ο Θεός δηλαδή δεν της επέβαλε το Θέλημά Του, και μόνο όταν είδε ότι Εκείνη το αποδέχθηκε, έφυγε ο Αρχάγγελος και η Παναγία μας έμεινε έγκυος στον Κύριο.

Όταν έμαθε ο Ιωσήφ ότι η Παρθένος Μαρία ήταν έγκυος, πήρε την απόφαση να διαλύσει τη Μνηστεία. Επειδή όμως ήταν ενάρετος, δεν θέλησε να την διαπομπεύσει δημόσια, αλλά σκέφτηκε να την διώξει κρυφά χωρίς να πει σε κανέναν τις υποψίες του.

Και ενώ αυτά είχε στο μυαλό του να κάνει, εμφανίστηκε Άγγελος Κυρίου στο όνειρό του και του είπε: «Ιωσήφ, μη διστάσεις να παραλάβεις στο σπίτι σου την Μαριάμ, διότι το Παιδί που κυοφορεί έχει συλληφθεί από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει Υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού, που σημαίνει Σωτήρας, διότι πράγματι Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες αυτών. Και όλο αυτό το Θαυμαστό Γεγονός έγινε, για να πραγματοποιηθεί αυτό που είχε λεχθεί από τον Κύριο δια μέσου του Προφήτη Ησαΐα:

“Ιδού η αγνή και άμωμος Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει Υιό, και θα ονομάσουν Αυτόν Εμμανουήλ, που σημαίνει, ο Θεός είναι μαζί μας”».

Αμέσως λοιπόν μόλις σηκώθηκε από τον ύπνο ο Ιωσήφ, έκανε όπως τον διέταξε ο Άγγελος.

Ο πρώτος άνθρωπος που έκανε το Σταυρό Του

Στα Ευαγγέλια, λίγα πράγματα μας αποκαλύπτονται για τη ζωή της Παναγίας. Πολλά όμως άλλα, τα Διδάσκει το Άγιο Πνεύμα με την Παράδοση της Εκκλησίας μας. Τα αποκαλύπτει πολλές φορές η ίδια η Θεοτόκος στους πιστούς δούλους Της, στους Πατέρες της Εκκλησίας.

Αξίζει λοιπόν στο σημείο αυτό να αναφερθούμε στην Αγιορείτικη Παράδοση, η οποία μας πληροφορεί πως η Υπεραγία Θεοτόκος, υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που έκανε το Σημείο του Τιμίου Σταυρού πάνω Της (όπως ακριβώς το εκτελούν οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι σήμερα), όταν ο Άγιος Ιωσήφ ο Μνηστήρας Αυτής έβαλε κακούς λογισμούς βλέποντάς Την έγκυο. Αυτόν τον τρόπο επέλεξε η Πάναγνη Δέσποινα για να τον πληροφορήσει σχετικά με την αθωότητά Της.

Σήκωσε τότε το χέρι Της, ακουμπώντας τα τρία δάκτυλα στο μέτωπο και είπε στον Ιωσήφ: «Δια το γραπτόν του προσώπου μου», που ίσως ερμηνεύεται, «δες Ιωσήφ την αθωότητά μου ζωγραφισμένη στο πρόσωπό μου».

Κατόπιν κατέβασε το χέρι Της στην κοιλιά Της και συνέχισε: «Δια το ενυπάρχον εν τη κοιλία μου», εννοώντας το Θείο Βρέφος.

Και τέλος, μετέφερε το χέρι Της δεξιά και αριστερά στους ώμους Της και συμπλήρωσε: «Δια τους εκ δεξιών και εξ αριστερών μου Αγγέλους», θέλοντας να πει ότι οι εκ δεξιών μου και οι εξ αριστερών μου παρεστώτες Άγγελοι, ας μαρτυρήσουν την αλήθεια ότι είμαι τελείως αθώα, για την εγκυμοσύνη την οποία αντικρίζεις Ιωσήφ.

Η Επίσκεψη στην Ελισάβετ (τα 145 χιλιόμετρα)

Αμέσως μετά τον Ευαγγελισμό Της, η Παναγία πηγαίνει στην ξαδέρφη Της την Ελισάβετ (που τότε ήταν έγκυος έξι μηνών στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο), η οποία κατοικούσε στην ορεινή περιοχή της Ιουδαίας στην Ιερουσαλήμ.

Όταν οι δύο γυναίκες ασπάστηκαν η μία την άλλη, σκίρτησε το βρέφος με αγαλλίαση μέσα στην κοιλιά της Ελισάβετ. Ο Πρόδρομος από τα σπλάχνα της μητέρας του, αναγνώρισε τον Καρπό της κοιλιάς της Παρθένου Μαρίας! Και τότε, πλήρης Πνεύματος Αγίου η Ελισάβετ, φώναξε: «Είσαι Ευλογημένη από τον Θεό περισσότερο από όλες τις γυναίκες, και είναι Ευλογημένο το Παιδί που έχεις στα σπλάχνα Σου. Χαρά σε σένα που πίστεψες, ότι θα εκπληρωθούν τα λόγια του Ευαγγελισμού».

Και η Παναγία μας απάντησε: «Η ψυχή μου Δοξάζει τον Κύριο, και το πνεύμα μου νιώθει αγαλλίαση για τον Θεό, τον Σωτήρα μου, γιατί έδειξε την ευμένειά Του στην ταπεινή Του δούλη. Και από τώρα θα με εγκωμιάζουν όλες οι γενεές, διότι ο Δυνατός Θεός έκανε σε μένα Θαυμαστά Έργα, και είναι Άγιο το Όνομά Του».

Και πράγματι, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια, οι γενεές των ανθρώπων μακαρίζουν την Παρθένο Μαρία, τη Μητέρα του Μοναδικού Αληθινού Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Παρέμεινε η Παναγία μας μαζί με την Ελισάβετ για τρεις μήνες, μέχρις ότου η Ελισάβετ γέννησε τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Και ύστερα, επέστρεψε πάλι στο σπίτι Της στη Ναζαρέτ.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί κάτι επίσης Θαυμαστό, που μας τονίζει ο αείμνηστος Ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος:

Όταν η Παναγία, σε ηλικία 15 περίπου ετών, και ενώ ήταν έγκυος στον Ιησού, πήγε από την Ναζαρέτ στην ορεινή περιοχή της Ιουδαίας στα Ιεροσόλυμα, για να συναντήσει την Ελισάβετ, κάλυψε μία απόσταση 145 περίπου χιλιομέτρων μόνη Της!

Μπορούμε να φανταστούμε τι ήταν αυτά τα 145 χιλιόμετρα για τα πρωτόγονα μέσα της εποχής; Πόσες μέρες θα περπάτησε η Παναγία, πού έμενε τα βράδια, πώς ήξερε πού πήγαινε;

Πολύ απλά, είχε στη μήτρα Της τον Ίδιο τον Θεό, και έτσι έφθασε στον προορισμό Της.

Έτσι και εμείς, αν έχουμε τον Χριστό στην καρδιά μας, όλα διευκολύνονται και εξομαλύνονται στη ζωή μας, ακόμα και τα πιο δύσκολα προβλήματά μας.

Η Γέννηση του Θεανθρώπου

Όταν η Παναγία ήταν έγκυος εννέα μηνών στον Χριστό, σε ηλικία δεκαέξι ετών, εκδόθηκε διάταγμα από τον Αύγουστο Καίσαρα για απογραφή όλων των κατοίκων της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και πήγαιναν όλοι για να απογραφούν, ο καθένας στην πόλη από την οποία καταγόταν.

Ανέβηκε τότε και ο Ιωσήφ μαζί με την Παρθένο Μαρία από τη Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ, στην πόλη του Δαβίδ, επειδή καταγόταν από την οικογένεια του Δαβίδ. Συνέβη όμως όταν αυτοί βρίσκονταν εκεί, να έρθει η ώρα για να Γεννήσει η Παναγία. Και τότε, Εκείνη που Συνέλαβε ανήδονα, Γέννησε ανώδυνα τον Χριστό και Τον έβαλε στη φάτνη, διότι δεν υπήρχε τόπος για να μείνουν στο πανδοχείο.

Στην περιοχή αυτή υπήρχαν κάποιοι βοσκοί, που αγρυπνούσαν τη νύχτα και φυλούσαν το ποίμνιό τους. Και ξαφνικά, ένας ολόλαμπρος Άγγελος εμφανίσθηκε μπροστά τους, με αποτέλεσμα να φοβηθούν πάρα πολύ.

Και είπε σε αυτούς ο Άγγελος: «Σας αναγγέλλω τη χαρμόσυνη είδηση, ότι γεννήθηκε σήμερα για σας Σωτήρας, ο Οποίος είναι ο Μεσσίας, ο Κύριος και Θεός. Και γεννήθηκε στην πόλη του Δαβίδ την Βηθλεέμ. Και έτσι θα Τον αναγνωρίσετε, θα βρείτε ένα Βρέφος απλοϊκά σπαργανωμένο, βαλμένο στην φάτνη».

Και ξαφνικά, πλήθος Αγγέλων ενώθηκε με τον Άγγελο και όλοι μαζί Δοξολογούσαν τον Θεό, λέγοντας: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δηλαδή, Δόξα ας είναι στον Ύψιστο Θεό, και στη γη ειρήνη, και στους ανθρώπους Ευλογία.

Και ήλθαν οι ποιμένες στη Βηθλεέμ, και έψαξαν και βρήκαν την Παναγία, τον Ιωσήφ και το Βρέφος στη φάτνη. Και είπαν με λεπτομέρεια όλα όσα τους είχε πει ο Άγγελος για το Παιδί αυτό. Η δε Μαρία, έβαλε στην καρδιά Της όλα αυτά τα λόγια των ποιμένων.

Και όταν συμπληρώθηκαν οκτώ ημέρες, έκαναν στο Παιδί την περιτομή και Του έδωσαν το Όνομα Ιησούς, όπως είχε πει ο Αρχάγγελος Γαβριήλ από πριν ακόμη συλληφθεί Αυτό στην κοιλιά της Μητέρας Του.

Η Υπαπαντή του Κυρίου

Όταν σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο, συμπληρώθηκαν οι μέρες για τον καθαρισμό τους (όταν δηλαδή η Παναγία μας σαράντισε), η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ έφεραν το παιδί στα Ιεροσόλυμα για να το αφιερώσουν στο Θεό. Σύμφωνα με το Νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει στον κόσμο μια γυναίκα είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο.

Επίσης, θα προσέφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια, όπως έλεγε ο Νόμος του Κυρίου.

Στα Ιεροσόλυμα, βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο του είχε φανερώσει ότι δεν θα πεθάνει προτού να δει τον Μεσσία. Τότε, το Άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο Ναό. Μόλις η Παναγία και ο Ιωσήφ έφεραν εκεί το Παιδί, τον Ιησού, για να τηρήσουν τα Έθιμα του Νόμου, ο Συμεών Τον πήρε στην αγκαλιά του, Δόξασε το Θεό και είπε: «Τώρα, Κύριε, μπορείς να αφήσεις το δούλο Σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το Σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς, το Φως που θα Φωτίσει τα έθνη και θα Δοξάσει το λαό Σου τον Ισραήλ».

Ο Ιωσήφ και η Μητέρα του Χριστού, θαύμαζαν όσα λέγονταν γι’ Αυτόν. Ο Συμεών τους Ευλόγησε και είπε στην Παναγία: «Αυτός θα γίνει αιτία να χαθούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το Παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι».

Στα Ιεροσόλυμα τότε, ζούσε μια γυναίκα που Προφήτευε και λεγόταν Άννα. Αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη. Έζησε επτά χρόνια με τον άντρα της μετά το Γάμο τους, και τώρα χήρα, σε ηλικία 84 χρόνων, δεν έφευγε από το Ναό, αλλά Λάτρευε το Θεό νύχτα και μέρα με νηστείες και προσευχές. Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα και Δοξολογούσε το Θεό, και μιλούσε για το παιδί σε όλους όσους στην Ιερουσαλήμ περίμεναν τη λύτρωση.

Η Προσκύνηση των τριών Μάγων

Πολλοί νομίζουν ότι η προσκύνηση των Μάγων έγινε αμέσως μετά τη Γέννηση του Ιησού. Επικράτησε η αντίληψη αυτή, λόγω του ότι η Αγιογραφία της Γεννήσεως εμφανίζει στη φάτνη μαζί με τους Ποιμένες και τους Μάγους.

Η Προσκύνηση των τριών Μάγων όμως συνέβη όταν ο Κύριος ήταν κάτι λιγότερο από δύο ετών. Αυτό αποδεικνύεται από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, που αναφέρει πως οι Μάγοι ήρθαν στο σπίτι στη Βηθλεέμ και όχι στη φάτνη, και πως αργότερα ο Ηρώδης διαπίστωσε από τους Μάγους πως ο Ιησούς ήταν λίγο κάτω από δύο ετών.

Ποιοι ήταν όμως οι Μάγοι που προσκύνησαν το Μεσσία; Πατρίδα τους ήταν η Περσία, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο οποίος και σημειώνει: «Άνθρωποι ξενόγλωσσοι και από άλλη φυλή, έρχονται από την Περσία ώστε να δουν τον Χριστό».

Ήταν σοφοί επιστήμονες και διδάσκαλοι της ανθρώπινης σοφίας, ανατολίτες αστρονόμοι της εποχής εκείνης, πιθανόν βασιλιάδες ή ηγεμόνες, πλούσιοι και με δύναμη, οι οποίοι από την ανατολή του λαμπρού Αστεριού διαπίστωσαν κατά Θεία Έμπνευση την πρόσφατη Γέννηση του Μεσσία.

«Το αστέρι των Μάγων», μας λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «δεν ήταν απ’ αυτά που βλέπουμε στο στερέωμα του ουρανού τις νυχτερινές ώρες. Ήταν κάποια λογική κι αόρατη δύναμη, ένας Άγγελος, που πήρε το σχήμα του άστρου. Πώς είμαστε σίγουροι γι’ αυτό; Μας το αποδεικνύει η πορεία του».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ερμηνεύοντας τα Γεγονότα της ενανθρωπήσεως του Ιησού Χριστού, λέγουν πως οι Ποιμένες που προσκύνησαν το Θείο Βρέφος εκπροσωπούσαν τον πιστό ιουδαϊκό λαό, ενώ οι Μάγοι εξ Ανατολών εκπροσωπούσαν τα έθνη και τους εθνικούς. Έτσι, στο Ευαγγέλιο ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται από την πρώτη κιόλας στιγμή, ότι είναι ο Μεσσίας όλου του κόσμου, κάθε φυλής και παντός γένους.

Η Παναγία και ο Ιωσήφ δεν γνωρίζουν τίποτα από το μακροχρόνιο και περιπετειώδες ταξίδι των Μάγων, ούτε περιμένουν τίποτα. Ζουν την Αγία και αφανή ζωή τους στη Βηθλεέμ, όταν ξαφνικά οι Μάγοι φθάνουν στο σπίτι όπου βρισκόταν η Μαρία με τον μικρό Ιησού. Ο Ιωσήφ πρέπει να βρισκόταν στην εργασία του στα Ιεροσόλυμα ή στη Βηθλεέμ. Γι' αυτό και μόνη Της η Παναγία τους υποδέχεται. Στην Αγία αγκάλη Της κρατούσε τον Υιό Της.

Εκείνοι πέφτουν και προσκυνούν τον Ιησού. Και ανοίγουν τα θησαυροφυλάκιά τους, στα οποία είχαν ό,τι πολυτιμότερο υπήρχε στη μακρινή πατρίδα τους, και Προσφέρουν στο Μεσσία «χρυσό και λίβανο και σμύρνα».

Οι Ιεροί ερμηνευτές της Αγίας Γραφής, με τη συμφωνία και του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, επεξηγούν ότι το μεν χρυσό οι Μάγοι πρόσφεραν όπως σε Βασιλιά, τον λίβανο όπως στον Θεό, την δε σμύρνα όπως σε κάποιον που επρόκειτο να πεθάνει.

Η φυγή στην Αίγυπτο

Όταν οι Μάγοι προσκύνησαν τον Χριστό, αναχώρησαν για την πατρίδα τους χωρίς να περάσουν από το βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος όταν είδε ότι οι μάγοι τον ξεγέλασαν, αποφάσισε να σκοτώσει τα παιδιά της περιοχής. Τότε Άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ, και του είπε να πάρει το Παιδί και την Παναγία και να φύγει στην Αίγυπτο. Έτσι αναχώρησαν από τη Βηθλεέμ για την Αίγυπτο και έμειναν εκεί, μέχρι που πέθανε ο Ηρώδης. Τότε, με Θεϊκή Καθοδήγηση επέστρεψαν στην Ιουδαία και εγκαταστάθηκαν στη Ναζαρέτ.

Κι έτσι εκπληρώθηκαν οι Προφητείες που έλεγαν ότι ο Μεσσίας θα ονομαστεί Ναζωραίος.

Τα χρόνια της Διδασκαλίας του Χριστού

Η Παναγία ακολούθησε τον Ιησού στις Ευαγγελικές Του οδοιπορίες κατά τη διάρκεια της δημόσιας Δράσης Του, μετά από τη Βάπτισή Του. Ήταν όμως πάντοτε σιωπηλή και κινούταν με υπακοή και πλήρη εμπιστοσύνη στον Θεάνθρωπο Κύριο και Υιό Της. Τα τελευταία λόγια της Παναγίας που παρουσιάζονται στα Ευαγγέλια, είναι στο Γάμο της Κανά. Εκεί, αφού είχε ένα διάλογο με τον Ιησού επειδή τελείωσε το κρασί, μετά από λίγο συνέβη η Θαυμαστή μετατροπή του νερού σε κρασί από τον Κύριο, που αποτέλεσε το πρώτο Θαύμα της δημόσιας Δράσης Του.

Η Σταύρωση του Χριστού

Η Παναγία κατά τη Σταύρωση του Κυρίου βρίσκεται κάτω απ’τον Σταυρό Του, μαζί με τη Μαρία του Κλωπά και τη Μαρία τη Μαγδαληνή, και όχι μόνο συμπαρίσταται στο Θείο Δράμα, αλλά συμμετέχει στον πόνο του Υιού και Θεού Της. Λίγο πριν ξεσπάσει σε Θρήνο, λίγο πριν ο Κύριος πει το «Τετέλεσται», σιωπηλή ακούει τα Θεία Λόγια Του, «Γυναίκα, να ο γιος σου», με τον Κύριο να της δείχνει τον αγαπημένο Του μαθητή Ιωάννη, και έπειτα να λέει στο μαθητή Του: «Να η Μητέρα σου». Και από τότε παρέλαβε ο Ιωάννης την Παναγία στο σπίτι του.

Η Ανάσταση του Χριστού

Την επομένη του Σαββάτου προς την Κυριακή, νύχτα ακόμη και πολύ πριν ξημερώσει, η Παναγία μαζί με τη Μαρία τη Μαγδαληνή πήγαν να δουν τον Τάφο του Κυρίου.

Η Θεοτόκος έφθασε τη στιγμή που γινόταν ο σεισμός, όταν αποκυλίστηκε ο λίθος και ανοιγόταν ο Τάφος. Πρώτα γι’Αυτήν ανοίχτηκε ο Ζωηφόρος Τάφος και γι’Αυτήν άστραψε ο Άγγελος, ώστε να δει Εκείνη με το πλούσιο φως του Αγγέλου, όχι μόνο ότι ο Τάφος ήταν άδειος, αλλά ότι τα εντάφια ήταν τακτοποιημένα και μαρτυρούσαν την Ανάσταση του Κυρίου.

Και είπε τότε ο Άγγελος στις γυναίκες: «Μη φοβάστε εσείς, γιατί ξέρω ότι ζητάτε τον Ιησού τον Εσταυρωμένο. Δεν είναι εδώ, γιατί Εγέρθηκε όπως Είπε. Ελάτε να δείτε τον τόπο όπου βρισκόταν ξαπλωμένος. Και γρήγορα πηγαίνετε και πείτε στους μαθητές Του ότι Αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και να, πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία. Εκεί θα Τον δείτε».

Και όταν η Παναγία μαζί με τις άλλες Μυροφόρες επέστρεφε, τότε ο Ιησούς παρουσιάστηκε μπροστά τους και τις χαιρέτησε. Η Θεοτόκος πρώτη από όλες είδε και αναγνώρισε τον Αναστάντα Κύριο, πρώτη μίλησε μαζί Του και έπιασε τα άχραντα πόδια Του, και πρώτη από όλους τους ανθρώπους δέχθηκε το Ευαγγέλιο της Αναστάσεώς Του. Το Γεγονός αυτό απέδειξε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τον 14ο αιώνα.

Επίσης, από τις «Πράξεις των Αποστόλων», γνωρίζουμε ότι από τότε η Παναγία παρέμεινε κοντά σε εκείνους, μέχρι την Ημέρα της Πεντηκοστής.

Η Θεοτόκος στο Άγιον Όρος

Η Αγιορείτικη Παράδοση μας πληροφορεί, πως όταν η Κυρία Θεοτόκος με τον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο, ταξίδευαν με πλοίο από την Παλαιστίνη για την Κύπρο, για να επισκεφτεί τον Άγιο Λάζαρο τον αναστημένο εκ νεκρών, έγινε μεγάλη τρικυμία και με υπερφυσικό τρόπο, το πλοίο βρέθηκε στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στο λιμάνι του Κλήμεντος, στη Μονή Ιβήρων.

Εκεί οι κάτοικοι του Άθω, οδηγούμενοι από τη Θεία Πρόνοια, έσπευσαν να υποδεχθούν τη Μητέρα του Κυρίου μας και αφού άκουσαν τη Διδασκαλία Της δέχθηκαν το Χριστιανισμό. Λέγεται επίσης ότι όταν πλησίαζε το πλοίο της Παναγίας στο Άγιο Όρος, καταστράφηκε το μεγάλο άγαλμα του Διός που βρισκόταν στην κορυφή του Όρους και τα υπόλοιπα είδωλα συνετρίβησαν.

Η κορυφή του Άθω και όλα τα δέντρα και τα σπίτια, έκλιναν και προσκύνησαν προς το μέρος του λιμανιού του Κλήμεντος, όπου έμπαινε το καράβι της Θεοτόκου.

Η Παναγία, ευχαριστημένη από την ομορφιά του Όρους, προσευχήθηκε στον Χριστό λέγοντας:

«Υιέ μου και Θεέ μου, Ευλόγησε τον τόπο αυτό. Και στείλε σε αυτόν το Έλεός Σου, και φύλαξε αυτόν αβλαβή μέχρι το τέλος αυτού του κόσμου, αλλά φύλαξε και αυτούς που θα κατασκηνώσουν εδώ για το Όνομά Σου το Άγιο και για το δικό μου, ώστε δια μικρού κόπου και αγώνα να συγχωρούνται δια της μετανοίας τα αμαρτήματα αυτών».

Τότε ακούστηκε η Φωνή του Κυρίου από τους Ουρανούς που έλεγε:

«Όσα ζήτησες και προσευχήθηκες Μητέρα Μου, έτσι θα γίνουν, εάν όμως και αυτοί που θα κατασκηνώσουν εδώ φυλάξουν τις Εντολές Μου».

Οι πρώτες Εικόνες της Παναγίας μας

Όπως μας πληροφορεί ο αείμνηστος Ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος, οι δύο πρώτες Εικόνες της Παναγίας μας ήταν αχειροποίητες και σχηματίστηκαν Θαυματουργικά μέσα σε δύο Χριστιανικούς Ιερούς Ναούς τον πρώτο μετά Χριστόν αιώνα, όταν ζούσε ακόμα η Παναγία στον κόσμο αυτό. Η πρώτη, ήταν μία Εικόνα με το πρόσωπό Της και το σώμα Της ολόκληρο, η οποία σχηματίστηκε σε μία κολόνα στο Ιερό μιας Εκκλησίας που είχαν φτιάξει οι Απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης στη Λήδα (έξω από το Τελ Αβίβ), ενώ η δεύτερη σχηματίστηκε σε ένα πολύ ωραίο Ιερό Ναό που είχαν φτιάξει οι πρώτοι χριστιανοί, στο αριστερό πάνω μέρος του Ιερού, ως σημάδι εξ ουρανού, όταν κάποια στιγμή οι Εβραίοι ήθελαν να τον πάρουν από τους χριστιανούς, πράγμα που τελικά δεν έγινε εξαιτίας του Θαύματος αυτού.

Μετά από τα γεγονότα αυτά, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος ήταν ερασιτέχνης ζωγράφος, θέλησε από ευχαρίστηση και σεβασμό να φτιάξει σε μία εικόνα ένα πορτραίτο της Παναγίας. Την επισκέφθηκε λοιπόν μια μέρα (ιστορικές μαρτυρίες αναφέρουν πως η επίσκεψη αυτή έγινε περίπου έξι με επτά χρόνια μετά την Ανάσταση του Χριστού, δηλαδή τρία με τέσσερα χρόνια πριν την Κοίμησή Της), και τη ρώτησε αν του επιτρέπει να της φτιάξει μια εικόνα, λαμβάνοντας θετική απάντηση.

Τότε εμφανίστηκε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, ο οποίος μετέφερε τρία σανίδια και του τα έδωσε. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς από σεβασμό δεν τον ρώτησε γιατί του έδωσε τρία σανίδια, αφού μία εικόνα ήθελε να φτιάξει. Σε λίγο καιρό όμως, όταν έφτιαξε την πρώτη Εικόνα της Παναγίας (όπου εικονιζόταν μόνη Της, δεομένη) και Της την παρουσίασε, Εκείνη του επισήμανε πως δεν έπρεπε να εικονίζεται μόνη, αλλά με τον Υιό Της.

Έτσι, ο Ευαγγελιστής Λουκάς έφτιαξε άλλη μία Εικόνα Της, αυτή τη φορά με τον Χριστό στην αγκαλιά Της. Όταν την είδε η Παναγία μας, τον ενθάρρυνε λέγοντάς του ότι είναι πολύ καλή, μόνο που είχε βάλει στο λάθος χέρι τον Χριστό στα δεξιά Της. Τότε, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, κατανοώντας τώρα για ποιο λόγο ο Αρχάγγελος Μιχαήλ τού έδωσε τρία σανίδια, έφτιαξε και την τρίτη Εικόνα Της βάζοντας τον Χριστό στο σωστό Της χέρι.

Βλέποντας τις τρεις αυτές Εικόνες η Παναγία, τις Ευλόγησε, λέγοντας: «Η Χάρις του εξ’ εμού γεννηθέντος Κυρίου μου και Θεού μου, να είναι μετ’ αυτών». Και αυτή η Ευλογία είναι που τις διασώζει μέχρι σήμερα, μετά από τόση κακία είκοσι αιώνων.

Η πρώτη Εικόνα της Παναγίας μας που έφτιαξε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, είναι η Παναγία η Σουμελά, φτιαγμένη με χρώμα, και σώζεται σήμερα κοντά στη Βέροια. Η δεύτερη, είναι η Παναγία η Μεγαλοσπηλαιώτισσα, είναι ανάγλυφη, φτιαγμένη από κερί και λιβάνι (κηρομαστίχα) και βρίσκεται στο Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα. Και η τρίτη, είναι η Παναγία του Κύκκου, φτιαγμένη με ψηφίδα, και βρίσκεται στην Κύπρο.

Η Κοίμηση και η Μετάσταση της Θεοτόκου

Όταν η Θεοτόκος ήταν σε ηλικία 59 ετών, έφτασε η στιγμή να φύγει από την επίγεια ζωή. Τότε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, Της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.

Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα βρισκόταν σε λίγο στον Μονογενή Της Υιό και Σωτήρα του κόσμου. Πήγε λοιπόν και προσευχήθηκε στο Όρος των Ελαιών, εκεί όπου προσευχόταν και ο Κύριος. Έπειτα γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου και έκανε γνωστή την επικείμενη Κοίμησή Της.

Η Ιερή Παράδοση μας πληροφορεί πως λίγο πριν από την Κοίμηση της Θεοτόκου, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα αλλά σε μακρινούς τόπους, όπου Κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε ξαφνικά, μία νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ετοιμοθάνατη η Θεοτόκος! Και μαζί με τους Αποστόλους ήρθε και ο Άγιος Διονύσιος ο Aρεοπαγίτης, ο Άγιος Ιερόθεος, ο Απόστολος Τιμόθεος και άλλοι Ιεράρχες.

Όταν η Παναγία μας Εκοιμήθη, με Ψαλμούς και Ύμνους Την τοποθέτησαν στο Μνήμα της Γεθσημανή. Κατά Θεία Οικονομία, ο Απόστολος Θωμάς βρισκόταν τότε στις Ινδίες και δεν ήταν παρών στην κηδεία Της. Εκεί λοιπόν, μετά από τρεις ημέρες, και ενώ τελούσε τη Θεία Λειτουργία, βρέθηκε στη Γεθσημανή με Θαυμαστό τρόπο και υπήρξε μάρτυρας της Μεταστάσεώς Της! Τότε, παρακάλεσε την Παναγία να του δώσει για Ευλογία τη Ζώνη Της, και Εκείνη, καθώς ανέβαινε στους ουρανούς του έριξε το Ιερό Κειμήλιο.

Στη συνέχεια, ο Άγιος Θωμάς έτρεξε προς τον τάφο της Θεοτόκου, όπου συνάντησε τους άλλους Αποστόλους να προσεύχονται, και τους παρακάλεσε να ανοίξουν τον τάφο για να προσκυνήσει το Θεοδόχο Σώμα Της. Έτσι αποφάσισαν, για χάρη του Αποστόλου Θωμά να ανοίξουν τον τάφο.

Και όταν τον άνοιξαν, θαύμασαν το Γεγονός ότι έλειπε από μέσα το Σώμα της Παναγίας και υπήρχαν μόνο τα εντάφια σπάργανα. Τότε, με τη μαρτυρία του Αποστόλου Θωμά, διαπίστωσαν και εκείνοι πως η Παναγία Μεταστάθηκε και σωματικά (ενώθηκε δηλαδή η Ψυχή με το Σώμα Της) και ανελήφθη στους ουρανούς! Έπειτα, ασφάλισαν και πάλι τον τάφο Της, αφού προηγουμένως τους περιέλουσε μία υπέροχη Ευωδιά.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου υπήρξε τόσο ένδοξη, όσο και η ίδια η ζωή Της. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για την Κοίμησή Της, όχι μόνο την ονομάζει ένδοξη, αλλά συγχρόνως την ονομάζει μεταβίωση. Αυτή η λεγομένη μεταβίωση είναι η Μετάσταση και η ανάληψη του Σώματος της Παναγίας.

Τα Θαύματά Της

Τα Θαύματα της Παναγίας μας εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, είναι ασύλληπτα και αμέτρητα. Σε ολόκληρο τον Χριστιανικό κόσμο (και όχι μόνο), η Παρουσία και οι Παρεμβάσεις Της είναι καθημερινές. Εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, τιμάμε την Υπεραγία Θεοτόκο μετά από την Αγία Τριάδα και υψηλότερα από τους Αγγέλους!

Επίλογος

Τελειώνοντας το Υπέροχο αυτό ταξίδι της καταγραφής του Θαυμαστού Βίου της Παναγίας μας, αισθάνομαι ότι υπάρχουν ακόμα πάρα πολλά που δεν γράφτηκαν εδώ, διότι η Ιστορία Της συνεχίζει να γράφεται με την ίδια ασύλληπτη Λαμπρότητα καθημερινά στις ψυχές μας. Η Μητέρα του Θεού, το Κόσμημα της ανθρωπότητας, η Σκέπη των χριστιανών, η Υπέρμαχος Στρατηγός του Ελληνισμού, η Μαυροφόρα των Θείων Οραμάτων, είναι και θα είναι πάντοτε η Κλίμακα που κατέβασε τον Θεό στη γη και ανεβάζει τους ανθρώπους στον ουρανό.

Εύχομαι ολόψυχα, η Ευλογία Της να είναι πλούσια για όλους τους ανθρώπους, και οι Πρεσβείες Της να μας ενισχύουν καθημερινά και να μας ανοίγουν το Δρόμο προς τη Βασιλεία των Ουρανών. Αμήν.

Κωνσταντίνος Ρόκας

Κατηχητής

ΠΗΓΕΣ:

1. Αγία Γραφή.

2. Ιερά Εκκλησιαστική Παράδοση.

3. Άγιοι Πατέρες.

4. Κορυφαίοι Ορθόδοξοι Ιεροκήρυκες.